Η έφηβη μετά την εμφάνιση των εμμήνων της και με την ομαλοποίησή τους είναι δυνητικά έτοιμη να συλλάβει περίπου από την ηλικία των 16 ετών. Εν τούτοις, αυτή η αναπαραγωγική περίοδος δεν διαρκεί για πάντα. Μετά την ηλικία των 40 ετών πέφτει δραματικά, ενώ η εμμηνόπαυση στην ηλικία των 45-50 ετών περίπου, σηματοδοτεί το τέλος της. Έτσι, η ηλικία της γυναίκας παίζει κομβικό ρόλο στην εκτίμηση της γονιμότητάς της. Η καλύτερη περίοδος γονιμοποίησης της γυναίκας είναι από 20 έως 30 ετών. Θεωρητικά, η γυναίκα κάτω των 30 ετών έχει 20% πιθανότητα επίτευξης κύησης σε δεδομένη σύλληψη, ενώ η αντίστοιχη των 40 ετών, μόλις 5%. Εν τούτοις και πέρα από το ηλικιακό όριο, το ερώτημα που γεννάται είναι ποιες είναι οι κατάλληλες συνθήκες που ευνοούν τη γονιμότητα.
Έλεγχος γονιμότητας
Όταν το ζευγάρι μετά από ένα έτος συχνών επαφών δεν καταφέρει να τεκνοποιήσει θεωρείται δυνητικά υπογόνιμο. Σε αυτή την περίπτωση αρχίζει ο έλεγχος της γονιμότητας της γυναίκας, που εκτιμάται με:
Κολπικό υπερηχογράφημα για τον έλεγχο της υφής ή τυχόν παθολογίας των έσω γεννητικών οργάνων της γυναίκας. Παράλληλα υποβάλλεται σε εκτενή ορμονικό έλεγχο θυρεοειδούς και των ορμονών γονιμότητας δηλαδή, των FSH, LH, PRL, Er, Prg.
Σε αυτές τις εξετάσεις σήμερα, προστίθεται και η Anti-mullerian hormone (AMH), η οποία αποτελεί δείκτη του αριθμού των ωαρίων προς γονιμοποίηση, χωρίς να αφορά στην ποιότητά τους. Είναι σταθερή και δεν επηρεάζεται από την ημέρα του κύκλου που θα μετρηθεί στον ορό του αίματος. Γενικότερα, η ενδεικτική τιμή της AMH πρέπει να λαμβάνεται υπόψιν για την καθοδήγηση του ζευγαριού, όμως μια χαμηλή τιμή της δεν αποτελεί αντένδειξη για εφαρμογή τεχνικών εξωσωματικής γονιμοποίησης (IVF). Μια υψηλότερη τιμή της AMH μπορεί να είναι ενδεικτική συνδρόμου πολυκυστικών ωοθηκών που χρήζει αντιμετώπισης για να αποφευχθεί το σύνδρομο υπερδιέγερσης ωοθηκών – επικίνδυνο σε πολυκυστικές ωοθήκες (overstimulation).
H υστεροσαλπιγγογραφία είναι ενδεδειγμένη εξέταση για ολοκληρωμένη εκτίμηση της λειτουργικής και ορμονικής συμπεριφοράς των έσω γεννητικών οργάνων. Ας μη λησμονούμε πως η ανάγκη για εξωσωματική γονιμοποίηση προέκυψε από γυναίκες που είχαν απόφραξη σαλπίγγων και δεν μπορούσαν να συλλάβουν.
Είναι ενδεικτικό ότι πολλές γυναίκες μετά την εξέταση της σαλπιγγογραφίας συλλαμβάνουν φυσιολογικά μετά από 4-6 μήνες και εφόσον η βατότητα είναι ικανοποιητική.
Προϋπόθεση βέβαια είναι να υπάρχει ικανοποιητική εξέταση σπερμοδιαγράμματος φυσιολογικών παραμέτρων. Το σπερμοδιάγραμμα είναι αναγκαίο για να ολοκληρωθεί η εικόνα της γονιμοποιητικής δυνατότητας του ζεύγους.
Παθογένειες που εμποδίζουν τη γονιμότητα
Αναφέρθηκε πως το λεπτομερειακό κολπικό υπερηχογράφημα δίνει μία σαφή εικόνα των γεννητικών οργάνων της γυναίκας, όπου μπορεί να περιγραφούν η υφή της μήτρας, το πάχος του ενδομητρίου για τυχόν παθολογία πολυπόδων, συμφύσεων. Η υφή της μήτρας είναι σημαντική, διότι αντανακλά εκτός των άλλων υποκρυπτόμενη ενδομητρίωση στην περίπτωση της αδενομυώδους μήτρας χωρίς έτερα ευρήματα.
Η ενδομητρίωση έχει ως αποτέλεσμα να δημιουργεί με το πέρασμα του χρόνου συμπτωματολογία – δυσμηνόρροια και υπογονιμότητα λόγω κακής ποιότητας ωαρίων που προκύπτουν όταν επεκτείνεται δυσμενώς στις ωοθήκες. Είναι μια ύπουλη βλάβη των γεννητικών οργάνων που ταλαιπωρεί πολλά, εάν όχι όλα τα υπογόνιμα ζευγάρια.
Πολλές φορές διακρίνονται κύστεις ενδομητρίωσης – οπότε η παρουσία της είναι έκδηλη – ή και στίγματα ενδομητρίωσης στις ωοθήκες και στους παρακείμενους περιτοναϊκούς ορρογόνους. Σε αρκετές περιπτώσεις είναι αυξημένος και ο δείκτης κακοήθειας CA 125 των ωοθηκών, με μικρή όμως ευαισθησία, στο 60% για τη διάκριση της νόσου. Η χειρουργική – λαπαροσκοπική προσπέλαση λύνει το πρόβλημα στο 90%, ενώ το υπόλοιπο αντιμετωπίζεται με φαρμακευτική αγωγή 4-6 μηνών. Η γονιμότητα είναι αυξημένη μετά την ολοκλήρωση παρόμοιων θεραπειών, δηλαδή λαπαροσκοπικού χειρουργείου και φαρμακευτικής αγωγής με ποσοστά επιτυχίας πάνω του 60%.
Σε ισοδύναμη συχνότητα, επίπτωση στη γονιμότητα έχουν και οι φλεγμονές των έσω γεννητικών οργάνων της γυναίκας, όπως χλαμύδια, ουρεόπλασμα, μυκόπλασμα, έρπης, καθώς και στρεπτόκοκκοι, σταφυλόκοκκοι και αναερόβια που σε χρόνια βάση δοκιμάζουν την υγεία των γεννητικών οργάνων. Η αμέλεια θεραπείας των χρόνιων κολπίτιδων μπορεί να οδηγήσει σε χρόνια φλεγμονή, δημιουργία συμφύσεων, σύγκλειση των στομίων των σαλπίγγων, συνεπώς σε υπογονιμότητα. Η καλύτερη, ασφαλέστερη, αδιάψευστη και ουσιαστική μέθοδος αποκάλυψης τέτοιων χρόνιων φλεγμονών είναι η ανοσοϊστοχημεία του ενδομητρίου που γίνεται με αίμα περιόδου που λαμβάνεται από τον ενδοτράχηλο της γυναίκας και χρησιμοποιείται σαν καλλιεργητικό υλικό με τη μέθοδο PRP. Με αυτό τον τρόπο, αποκαλύπτονται μικρόβια που διαλάθουν με την κλασική μέθοδο καλλιέργειας κολπικών υγρών και η θεραπεία ολοκληρώνεται με ακρίβεια και ασφάλεια.
Επιβαρυντικές καταστάσεις για τη γονιμότητα
Το βάρος αποτελεί δυσμενή παράγοντα σε περίπτωση που έχουμε BMI >26 ή <17. Το υπερβολικό βάρος οδηγεί σε διαταραχή εκκρίσεων γοναδοτροφινών από την υπόφυση με επακόλουθο την υπογονιμότητα.
Έχει διαπιστωθεί ότι ακόμα και μικρή απώλεια βάρους συνδέεται με την αύξηση κατά 30-40% της πιθανότητας να αποκατασταθεί η γονιμότητα στις γυναίκες. Σωστή διατροφή, απώλεια των επιπλέον κιλών, αποφυγή καπνίσματος και συχνή άσκηση αποτελούν τους χρυσούς κανόνες αποφυγής περιπτώσεων δυσκολίας σύλληψης ή υπογονιμότητας και βέβαια ετήσιος γυναικολογικός έλεγχος.
Περιβαλλοντικοί παράγοντες. Στους περιβαλλοντικούς παράγοντες περιλαμβάνονται ακτινοβολίες, τυχόν περιοχές εκπομπής ακτινοβολιών, η υπερβολική χρήση κινητών, οι τοξικοί παράγοντες, απόβλητα, απορρυπαντικά, καθαριστικά που γίνεται χρήση σε πολλά επαγγέλματα.
Το άγχος πυροδοτεί την παραγωγή ορμονών, όπως κορτιζόλη και νευροδιαβιβαστές, όπως ντοπαμίνη και σερετονίνη που μπορούν να επηρεάσουν ή και να αναστείλουν τόσο την ωοθυλακιορρηξία, όσο και την ωρίμανση των ωαρίων. Δραστηριότητες που ελαττώνουν το άγχος κρίνονται απαραίτητες.
Όταν η γυναίκα θέλει να μεταφέρει χρονικά την περίοδο μητρότητας
Η επιστήμη παρέχει πλέον στις γυναίκες τη δυνατότητα να καταψύξουν τα ωάρια ή τον ωοθηκικό ιστό τους σε νεαρή ηλικία. Με ολοένα βελτιούμενα ποσοστά επιτυχίας, τα ωάρια αυτά ή ωάρια που θα ωριμάσουν ετεροχρονισμένα από τον ωοθηκικό ιστό είναι δυνατόν να γονιμοποιηθούν αργότερα, όταν η γυναίκα το επιλέξει. Η ίδια μέθοδος μπορεί να εφαρμοστεί σε περιπτώσεις νεοπλασιών και καρκίνου που θα ακολουθήσει χημειοθεραπεία. Προτείνεται η κατάψυξη ωαρίων προ της χημειοθεραπείας, για προφανείς λόγους (τοξικότητα των ωαρίων από τη χημειοθεραπεία).
Από τη συνέντευξή μου στην Ιατρική έκδοση MyDoctors, Μάρτιος 2025